background img
banner
banner

Πάσχα λύτρον λύπης!

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ – ΜΕΤΑ-ΠΑΣΧΑΛΙΝΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ

-ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ Σ. ΜΕΝΤΖΕΛΟΠΟΥΛΟΥ-

Ζήσαμε μια ξεχωριστή Ανάσταση, ένα αλλιώτικο Πάσχα φέτος λόγω του ιού. Αλλά ο Υιός «έπαθε» όπως κάθε χρόνο τα Πάθη του, μόνον τα δικά μας άλλαξαν φέτος… ώσπου μας χάρισε και την Αγία του Ανάσταση.

Μ. Σαββάτο βραδάκι γύρω στις 8, βάζω την φόρμα μου… ταυτότητα και δήλωση μετακίνησης στο χέρι …για σωματική άσκηση. Από Ρ. Φεραίου (στο Αίγιο) στρίβω Κλ. Οικονόμου, το ΚΤΕΛ άδειο, ταξί ένα, μπροστά στον σταθμό, ελάχιστοι διαβάτες με τσάντες από Βασιλόπουλο και Σκλαβενίτη που εκείνη την ώρα έκλειναν. Αφού αγόρασα μία (δεύτερη) εφημερίδα για να έχω να διαβάζω το Πάσχα και την δεύτερη μέρα, ανεβαίνω Μητροπόλεως. Φθάνω στη «Φανερωμένη», αμπαρωμένη η εκκλησία, δεν θυμίζει σε τίποτα ότι σε λίγο έχουμε Ανάσταση. Κι εξέδρα φυσικά δεν υπάρχει. Προσκυνώ έξω από την κλειστή πόρτα, ούτε πουλί πετούμενο! Γυρίζοντας βλέπω μία …τραβηγμένη κουρτίνα, από την απέναντι πολυκατοικία, να με …παρακολουθεί (πως να περάσει κι αυτή η έγκλειστη την ώρα της!).

Στρίβω, για να βγω από τα σκαλάκια της Μεσσηνέζη στον «Αγ. Ανδρέα», αυτή την παλιά αρχοντική εκκλησία του Αιγίου, πλησιάζω, ένα δειλό φως προβάλλει από την κλειστή πόρτα, ο νεωκόρος κάνει κάποιες ετοιμασίες. Συνεχίζω για την παλιά μου γειτονιά, τα πληγωμένα από τον σεισμό «Εισόδια» φυσικά κλειστά …και η σκέψη μου τρέχει στα παιδικά μου χρόνια: Τότε, εκείνες τις ώρες συγκεντρώναμε ξύλα και κλήματα (κούρβουλα) για να κάψουμε τον Ιούδα πίσω από το ιερό της πανέμορφης εκκλησίας του Τσίλλερ τηρώντας το παλιό έθιμο της ενορίας. Ο κόσμος πήγαινε να πάρει τα ταψιά με το ψητό από τον παρακείμενο φούρνο του Θ. Αγουρίδη και ο τόπος μοσχοβολούσε από το ψημένο αρνάκι, μας έπεφταν τα σάλια, και να φανταστείτε ότι τότε τρώγαμε στις 3 τα ξημερώματα.

Κι εκείνος ο γλυκός παπά-Ανδρέας μακρόσυρτα λίγο τα έλεγε, ενώ οι «Ταξιάρχες» λίγα μέτρα πιο κάτω, τελείωναν νωρίτερα (κι Ανάσταση έκαναν πάντα …πρώτοι από παρά πέντε περίπου!). Καθώς φθάνω, βλέπω κι εκεί την εκκλησιά πανταχόθεν κλειστή κι ούτε μία λάμπα απ’ έξω αναμμένη, «θεοσκότεινη». Μελαγχολία με πιάνει, συναντώ μία κυρία στην αυλή της, «Γιαννάκη λες κι έχουμε πόλεμο, θλίψη μ’ έχει πιάσει» μου λέει με πίκρα. «Καλήν Ανάσταση» αντευχόμεθα.

Η ώρα πλησιάζει 9 και φθάνω σιγά-σιγά απ’ τα στενάκια πάλι στη Ρ. Φεραίου. Άδεια η πολυσύχναστη οδός από αυτοκίνητα… αρχίζει και η απαγόρευση αυτή την ώρα!

Κι έρχεται και η ώρα της Ανάστασης. Στο σαλόνι η T.V. είναι στην ΕΤ2. Ο Αρχιεπίσκοπος αρχίζει να ψάλλει το «Χριστός Ανέστη» και ταυτόχρονα βγαίνουμε στο μπαλκόνι με τις αναμμένες μας λαμπάδες. Δικό μας ήταν φέτος το «Δεύτε λάβετε φως», εμείς νοερά το είπαμε και ανάψαμε μόνοι μας τις λαμπάδες. Φωτισμένα τα σπίτια απέναντι και γύρω-γύρω. «Χριστός Ανέστη-Αληθώς Ανέστη», χωρίς τα φιλιά της αγάπης λόγω κορονοϊού. Οι καμπάνες χτυπούν από τις εκκλησιές του κέντρου αναστάσιμα, χαρμόσυνα, λίγα σποραδικά βεγγαλικά ακούγονται. Οι γείτονες απέναντι αποθανατίζουν τον φετινό «πατημένο θάνατο» βγάζοντας φωτογραφία οικογενειακή με το κινητό.

Και νάσου από κάποιο σπίτι, λίγο παρακάτω από την «Κανελλοπούλου», ξεπηδούν υπέροχα και ατελείωτα πυροτεχνήματα. Χαμογελάμε πιο πολύ γιατί μεγαλώνουν την χαρά της Αναστάσεως.
Μέσα μου γαληνεύω κάπως.

Η μελαγχολία φεύγει: «Ω Πάσχα λύτρον λύπης» σκέφτομαι, καθώς σε …λίγο τούτο θ’ ακουστεί από την λειτουργία της Ανάστασης!…


Κατηγορίες Άρθρου
ΑΠΟΨΗ

Σχετικα αρθρα


Τα σχόλια είναι κλειστά.

protionline.gr