background img
banner
banner

ΜΑΙΡΗ ΜΑΡΑΝΤΗ: Μια ζωή σαν παραμύθι

Η ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΗ ΑΙΓΙΩΤΙΣΣΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΡΙΑ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΣΤΟ PROTIONLINE.GR

Η Μαρία Τσεκούρα είναι από αυτές τις περιπτώσεις που λένε ¨γεννήθηκε γι’ αυτό που κάνει¨. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 το όνομά Μαίρη Μαράντη, που είναι το καλλιτεχνικό της, συνδέθηκε με την κοσμική διασκέδαση και τα νυχτερινά μαγαζιά της τότε εποχής και δικαίως… αποκαλείται από μερικούς μέχρι και σήμερα «η βασίλισσα της πίστας».

Υπηρέτησε το λαϊκό τραγούδι και άφησε τη δική της εποχή, το δικό της στίγμα. Μεγάλωσε στον τομέα της ψυχαγωγίας, γενιές ανθρώπων για περισσότερα από 30 χρόνια.

Στα δεκαεπτά της χρόνια αφήνει την πόλη που γεννήθηκε το Αίγιο και αρχίζει να κυνηγά το όνειρό της, παρόλο που οι γονείς της είχαν διαφωνίες να ακολουθήσει αυτή την πορεία, στο πάλκο. Εγκαθίσταται στην πρωτεύουσα και σε λιγότερο από έξι μήνες έχει ήδη αρχίσει δειλά – δειλά να εμφανίζεται σε γνωστά καταστήματα, μπουάτ και ξενυχτάδικα της τότε εποχής. Το 1969 αποδεικνύεται χρονιά – ορόσημο, καθώς συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον μουσικό και βιρτουόζο του μπουζουκιού Γιάννη Καραμπεσίνη, που μετέπειτα παντρεύεται, ολοκληρώνοντας έτσι την βάση της τραγουδιστικής της καριέρας μα και τον έρωτά τους, που ξεπηδά μέσα από την συνεργασία τους. Οι δισκογραφικές δουλειές ¨Πάρε με αγκαλιά¨, ¨Περιπλανώμενη ζωή¨, ¨Πορτραίτο¨, ¨Η αγάπη η δική μας¨, καθώς και ο πρώτος της δίσκος με τίτλο το όνομα της, γνωρίζουν επιτυχία τις δεκαετίες του ’70 και ’80 και έτσι, ανοίγεται η πόρτα για live συνεργασίες με τους πιο γνωστούς καλλιτέχνες της πίστας και της νυχτερινής διασκέδασης και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Η τραγουδίστρια, «μένει» στο υποσυνείδητο του σύγχρονου Έλληνα, όταν το 1998 συμμετέχει με το τραγούδι ¨Θα πάρω φόρα¨ στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη με τίτλο ¨Όλα είναι δρόμος¨. Εκεί, που ο Γιώργος Αρμένης θα υποδυθεί τον «καψούρη» με την τραγουδίστρια ρόλο του, ενώ υπό τους ήχους του εν λόγω τραγουδιού φωνάζει το θεϊκό ¨Ηλία ρίχτο…¨ αφού πρώτα έχει βάλει φωτιά στην καμπαρντίνα του. Δισκογραφικά έχει συνεργαστεί στο παρελθόν με τον Τάκη Σούκα, τον Δώρο Γεωργιάδη, τον Τάκη Μουσαφίρη και φυσικά τον Γιάννη Καραμπεσίνη, μα και πολλούς άλλους. Οι οικογένεια Τσεκούρα χάρισε στο λαϊκό τραγούδι τρεις συνολικά σπουδαίους τραγουδιστές, την Μαίρη Μαράντη, τον αείμνηστο Γιάννη Βορριά και την Γωγώ Πολέμη. Η κ. Μαράντη, φιλική και ευγενική, μιλάει στo protionline.gr. Αναπολεί και σχολιάζει, θυμάται και μοιράζεται αναμνήσεις, σε μια συνέντευξη που αξίζει το κόπο να διαβαστεί.

Με λίγα λόγια πώς ξεκίνησε η καλλιτεχνική σας πορεία;

«Ξεκίνησα το 1968. Ήμουν πολύ μικρή τότε. Μετείχα σε μουσικά σχήματα σε μαγαζιά της Αθήνας εκείνη την εποχή. Γρήγορα ¨μαθεύτηκα¨ από τον κύκλο των γνωστών τραγουδιστών και δημιουργών των λαϊκών τραγουδιών. Το 1969 γνωρίζομαι με τον Γιάννη Καραμπεσίνη και συνεργαζόμαστε σταθερά για πολλά χρόνια μαζί και σε δισκογραφικό επίπεδο μα και σε συναυλίες και σε νυχτερινά κέντρα διασκέδασης. Με τα χρόνια, μεταπηδούσα σε πιο μεγάλα μαγαζιά της Αθήνας και συνεργαζόμουν με όλο και πιο σημαντικότερους και πιο δημοφιλείς καλλιτέχνες. Με προτιμούσαν και λόγω της φωνής μου, μα και της προσωπικότητάς μου».

Μπήκατε στον χώρο της δισκογραφίας πολύ νωρίς. Πώς προέκυψε αυτό;

«Ο Γιάννης Καραμπεσίνης μου εμπιστεύτηκε ένα τραγούδι του, το ¨Έχω κάψες¨, το οποίο έγινε αμέσως τρομερή επιτυχία και είχε μεγάλη απήχηση. Κάπως έτσι, ξεκίνησαν όλα. Το συγκεκριμένο τραγούδι καθώς και πολλά ακόμα, συμπεριλήφθηκαν στον πρώτο μου προσωπικό δίσκο. Τα τραγούδια αυτά παίζονταν ήδη στα νυχτερινά κέντρα που δούλευα και ο κόσμος τα ήξερε. Τα είχε αγαπήσει. Έπειτα βέβαια, τα επόμενα χρόνια, τραγούδησα και άλλους συνθέτες και στιχουργούς στο στούντιο. Συνολικά έκανα 12 προσωπικούς δίσκους και μετείχα σε δεκάδες άλλους, ως συμμετοχή. Θα χαρακτήριζα την πορεία μου σταθερή».

Προέρχεστε από ¨μουσική¨ οικογένεια. Βοήθησε αυτό;

«Η μητέρα μου είχε πολύ καλή φωνή. Από εκεί ¨πήραμε¨ όλα τα παιδιά. Όλοι αγαπούσαμε το τραγούδι και ήμασταν καλλίφωνοι. Κάποια από τα αδέλφια μου έκαναν και αυτά την δική τους διαδρομή στον χώρο αυτό, του τραγουδιού. Η Γωγώ Πολέμη και ο Γιάννης Βορριάς υπήρξαν αξιόλογοι και πολύ καλοί τραγουδιστές. Εγώ ακολούθησα μια διαφορετική πορεία, πιο μεγάλη ίσως. Με τα χρόνια, χαρακτηρίστηκα πιο πολύ ως ¨διασκεδάστρια¨ από τον κόσμο και από τον καλλιτεχνικό χώρο. Με αυτή την εικόνα με γνώρισε και ο κόσμος. Με αυτήν την εικόνα πορεύτηκα στην καριέρα μου. Δεν το μετανιώνω. Έμαθα πολλά».

Έχετε γνωρίσει χιλιάδες, κόσμου. Έχετε συναναστραφεί με πολλούς ανθρώπους μέσα από αυτήν την δουλειά. Τι σας έχει μείνει από τους ομογενείς;

«Έχω ταξιδέψει αρκετά. Έχω πάει Αυστραλία, Καναδά, Αγγλία, Αμερική, Ευρώπη… Έχω συναναστραφεί με μεγάλο μέρος της ομογένειας. Όπου πήγαινα έκανα φίλους και γνωστούς. Η απήχηση που είχα ήταν πραγματικά αξιοπρόσεκτη. Στο εξωτερικό, ο Έλληνας γίνεται πιο Έλληνας από τους Έλληνες που ζουν εδώ. Ειδικά στην Αυστραλία και τον Καναδά, έχω ακόμα φίλους που καμιά φορά τα λέμε τηλεφωνικά. Υπάρχουν και πάρα πολλοί Αιγιώτες, να μην ξεχνάμε. Κάποτε θυμάμαι, μια ολόκληρη συνοικία ήταν όλοι Αιγιώτες. Με αγαπούσαν όπου πήγαινα. Είχα μεγάλη αποδοχή και πολλές φορές ένιωσα και εκδηλώσεις λατρείας. Είναι πολύ όμορφο αυτό που συνάντησα τότε στο εξωτερικό και δεν θα το ξεχάσω ποτέ».

Τα τελευταία χρόνια είστε μόνιμα εδώ, σε αυτόν τον τόπο. Όμως δεν έχετε εμφανιστεί κάπου. Γιατί;

«Ζω στον Πλάτανο μόνιμα τα τελευταία έξι χρόνια. Από τότε που έφυγα από το Ηράκλειο, εγκαταστάθηκα εδώ. Πηγαινοέρχομαι στην Αθήνα όποτε χρειάζεται μα η βάση μου είναι ο Πλάτανος, που είναι ήσυχα και ένα μέρος που αγαπώ. Η αλήθεια είναι πως δεν μου έχει προταθεί κάτι συγκεκριμένο από την δημοτική αρχή ή από κάποιον υπεύθυνο για κάποια εκδήλωση. Πριν 3 χρόνια θα εμφανιζόμουν στην αίθουσα ¨Όνειρο¨ στην Μυρτιά για μια μουσική βραδιά κάποιου συλλόγου μιας καλαθοσφαιρικής ομάδας, μα δεν πραγματοποιήθηκε τότε τελικά για διάφορους λόγους. Τα τελευταία 6 χρόνια δεν μου έχει προταθεί οτιδήποτε και από κανέναν, για κάποια εκδήλωση ή μια μουσική βραδιά. Εννοώ ούτε από ιδιώτη, ούτε από την δημοτική αρχή ή κάποιον εκπρόσωπό της. Μου λείπει αυτό. Θα χαιρόμουν μετά χαράς να συμμετέχω και να τραγουδήσω οπουδήποτε στην Αιγιάλεια. Είναι ο τόπος μου».

Αν με κάποιον μαγικό τρόπο μπορούσατε να πάτε τον χρόνο πίσω και να βρεθείτε σε όποια ηλικία της πορείας σας επιθυμείτε, ποια θα ήταν αυτή;

«Όλοι θα ήθελαν να είναι πάλι 20 ετών νομίζω! Ποια δεν θα το ήθελε; Η αλήθεια είναι πως κάθε ηλικία έχει την δική της χάρη και ομορφιά. Αυτό που πιστεύω είναι πως η καλύτερη και πιο δημιουργική εικοσαετία για μια γυναίκα είναι μεταξύ 30 με 50 ετών.
Εκεί… η γυναίκα ¨μεστώνει¨. Γίνεται πιο δυναμική και έμπειρη. Είναι στην καλύτερη φάση της ζωής της. Ναι, βέβαια και θα ήθελα να ήμουν πάλι 30 ετών!
Πριν από τα 30 η γυναίκα δεν έχει ωριμάσει και κάνει πολλά λάθη. Μετά τα 50 έτη μια γυναίκα δεν έχει πια την αίγλη. Αλλάζουν και οι προτεραιότητες της, τότε. Οπότε… βέβαια θα ήθελα να βρεθώ πάλι 30 ετών!».

Για την πανδημία του κορωνοϊού τι έχετε να πείτε; Πώς βιώνετε όλο αυτό;

«Οι καιροί είναι πάρα πολύ πονηροί. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Ο κορωνοϊός είναι ίσως το κερασάκι στην τούρτα. Τα προβλήματα είναι κυρίως οικονομικά και ηθικά. Ο κόσμος έχει αλλάξει. Ο κόσμος πρέπει να μάθει να ζει με τα υγειονομικά μέτρα. Τα χρόνια που ζούμε είναι πάρα πολύ πονηρά».

Είστε σήμερα 68 ετών. Άλλοι καλλιτέχνες στην ίδια ηλικία με εσάς, έχουν αποσυρθεί ή άλλοι τραγουδάνε ακόμα. Εσείς πως θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας φωνητικά αυτή την στιγμή; Διατηρείτε την αντοχή σας;

«Δόξα το Θεό, η φωνή μου δεν έχει αλλάξει. Είναι ίδια. Έχω ακόμα αντοχές και την διατηρώ όσο μπορώ. Δεν έχει ¨σπάσει¨ που λέμε. Δεν νιώθω τον εαυτό μου πως είναι η στιγμή που δεν θα μπορέσω να συνεχίσω. Θα τραγουδούσα ήδη, όπως σας είπα, μα επειδή δεν έχω κάποιον μάνατζερ αυτή την στιγμή και ούτε κάποιος έχει εκδηλώσει το ενδιαφέρον του από την Αιγιάλεια, για αυτό και δεν εμφανίζομαι κάπου. Θα το ήθελα πολύ όμως. Πάντως οι αντοχές μου, καλά κρατούν ακόμα. Όταν έχεις ταλέντο, σε όποια ηλικία και αν είσαι, αυτό φαίνεται και δεν χάνεται. Δοξάζω τον Θεό που με έχει καλά και ακμαία. Και που μπορώ να τραγουδάω. Γιατί αυτό… ήταν που αγάπησα από το ξεκίνημά μου, μέχρι και σήμερα».

Ένα μεγάλο ευχαριστώ από το protionline.gr στον φίλο Κώστα Κοτσώνη, ο οποίος μας έφερε σε επαφή με την γνωστή καλλιτέχνιδα, γι’ αυτή τη συνέντευξη.


Κατηγορίες Άρθρου
ΠΡΟΣΩΠΑ

Σχετικα αρθρα


Τα σχόλια είναι κλειστά.

protionline.gr