background img
banner
banner

ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΔΡΩΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΙΓΕΙΡΑ (Η απόκρουση των Σικυωνίων)

-Της ΠΟΛΑΣ ΒΑΚΙΡΛΗ – ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, φιλολόγου – ποιήτριας-

Τρόμος έπεσε εκείνο το βράδυ του 688πχ στην αγορά της ΥΠΕΡΗΣΙΗΣ (Αιγείρας). Μαζεύτηκαν κάμποσοι άνδρες στο καφενείο της εποχής και διέδιδαν τα νέα: Οι Σικυώνιοι, οι γείτονες ετοιμάζονταν για επίθεση στην πόλη τους .Και ήταν μερικές δεκάδες χιλιάδων ο στρατός τους. Ήσυχα και αρμονικά ζούσαν έως τότε σαν γειτονικές πόλεις. Και προϊόντα αντάλλασαν και σκεύη κεραμικά, ακόμα και προξενιά γίνονταν ανάμεσά τους. Μα σαν τους μπήκε η ιδέα να απλωθούνε, θεώρησαν καλό πράγμα να κατακτήσουν τη γη της Υπερησίης.
Να στείλουμε απεσταλμένους στη Σικυώνα πρωί -πρωί, είπε ο Πρωτεσίλαος, από τους άρχοντες του τόπου.

Και να ζητήσουμε τι, είπαν ομόφωνα οι υπόλοιποι. Να τους πούμε πως δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε και να μας αφήσουν στην ησυχία μας, απάντησε ο άρχοντας.
Κι ενώ η συζήτηση είχε ανάψει, έφτασε ασθμάινων ο Νίκανδρος, άνδρας αψύς και γρήγορος στα πόδια, ο επί κεφαλής των φρυκτωριών που είχαν στήσει γύρω από το κάστρο τους για να εποπτεύουν όλο το βράδυ.

Ζυγώνουν οι εχθροί, είπε με τη βαρίά του τη φωνή, τι καρτεράτε πατριώτες. . Έχουν περάσει την πόλη της Πελλήνης(Ξυλόκαστρο) πεζοί και καβαλαραίοι, μυριάδες. Οι ασπίδες και τα δόρατά τους σκεπάσανε το φως της σελήνης!

Θα αντισταθούμε, φώναξε ο Πείσανδρος και στραβοκοίταξε τον άρχοντα Πρωτεσίλαο. Να στείλουμε διαπραγματευτές, επέμενε ο άρχοντας.
Αυτό αποκλείεται, αντιφώνησαν οι υπόλοιποι και κινήθηκαν καταπάνω του.

Ησυχία! τους πρόσταξε ο Πείσανδρος για να ακούσετε το σχέδιό μου. Και άρχισε να το ξεδιπλώνει:
Άντρες, καιρό για χάσιμο δεν έχουμε. Στα λιβάδια μας βόσκουν δεκάδες αίγες.Θα βάλουμε στα κέρατά τους δαδιά και θα τα ανάψουμε. Εκείνες τρομαγμένες θα σκορπιστούν γύρω γύρω και θα τρέχουνε βελάζοντας. Καθώς θα πλησιάζουν οι ανιχνευτές των Σικυώνιων και θα ακούσουν τα αλλόφρονα βελάσματά τους, θα νομίσουνε πως έίμαστε πολλοί και ότι μέσα από ιερή τρέλλα για το δίκιο μας, θα τους αντιμετωπίσουμε.

Και θα κάψουμε τα κατσίκια μας, είπε αστειευόμενος ο Ευτράπελος και σήκωσε σούσουρο.
Να θέσουμε σε ψηφοφορία την πρόταση, πρότεινε ο Νίκανδρος που είχε φέρει το μαντάτο.
Να πάμε στο κυβερνείο, αντιπρότεινε ο άρχοντας, για να έχει κύρος η απόφασή μας. Ο πόλεμος πλησιάζει, άρχοντα, απάντησε ο Πείσανδρος, πρέπει να προλάβουμε.
Να ειδοποιήσουμε όλους τους άντρες της πόλης, δεν έχουμε καιρό.
Όσοι είμαστε εδώ, αμέσως να ψηφίσουμε.

Πρωτεσίλαε, άρχοντά μας, κήρυξε την ψηφοφορία.
Και οι άλλοι άρχοντες, να μην έχουν γνώση; Κινδυνεύω να κατηγορηθώ ότι φαλκίδευσα τη βούλησή τους.
Αναλαμβάνουμε όλοι εμείς την ευθύνη, αντέτεινε ο Πείσανδρος.
Νίκανδρε, μέτρα τα τα σηκωμένα χέρια, είπε τελικά ο άρχοντας. Στην ανάγκη και οι θεοί ακόμα πειθαρχούνε!
Δεκαπέντε στους δεκαοχτώ που είμαστε εδώ, το σχέδιο περνάει!
Στο μεταξύ πήραν είδηση κάποιες γυναίκες για την προετοιμασία της απόκρουσης και τρέξανε πανικόβλητες στο ναό του Δία. Η Πενθεσίλεια, η Μερόπη, η Λεύκη, η Ξανθίππη κι άλλες πολλές ειδοποιημένες η μια από την άλλη.

Να φέρουμε προσφορές στο Δία τον πατερα μας, πρόσταξε τις δούλες η Πενθεσίλεια, γυναίκα άξια, του Πείσανδρου η σύζυγος.
Στα γρήγορα ετοιμάστηκαν οι προσφορές και τρέξανε στο ναό του Δία. Μπροστά στο τεράστιο άγαλμα, έργο του Αθηναίου Ευκλείδου, απέθεσαν τα δώρα κι ευχήθηκαν δυνατά:
Δια ,πατέρα των θεών και των ανθρώπων σώσε την πόλη μας κι άμα περάσει το κακό και διώξουμε τους εχθρούς, τρανές θυσίες θα κάμουμε και στο βωμό σου από μια αίγα η καθεμιά μας θα προσφέρει!

Κι άλλες γυναίκες πήγανε στο ιερό του Ασκληπιού, να τάξουνε κι εκεί για τη σωτηρία των ανδρών και της πόλης τους.
Ξημέρωνε κι όπως έφταναν οι πρώτες του ήλιου ακτίνες στη γη, έφτασε και η είδηση η χαρμόσυνη στην πόλη. Πάλι ο Νίκανδρος την έφερε, βάζοντας φτερά στα πόδια. Έτρεξε γρήγορα στο ναό του Δία που ήταν ακόμα συναγμένες οι γυναίκες και φώναξε δυνατά: Νενικήκαμεν! Εκείνες τον άρπαξαν στην αγκαλιά τους, έτσι που ήταν ελαφρύς σαν πούπουλο και τον γύριζαν μέσα στο ναό ξεφρενιασμένες.

Το σχέδιο ΤΩΝ ΑΙΓΩΝ είχε στεφθεί με επιτυχία. Οι επιδρομείς παραπλανήθηκαν και το έβαλαν στα πόδια, πιστεύοντας πως κάποιες άλλες πόλεις είχαν έρθει για βοήθεια των κατοίκων της Υπερησίης.
Μετά από αυτό πήραν απόφαση , ύστερα από εισήγηση των αρχόντων τους, να ονομάσουν την πόλη τους Αίγειρα .για να θυμούνται τις αίγες που τους είχαν σώσει. Και οι γυναίκες τους εκπλήρωσαν με πολλή χαρά το τάμα στο Δία, θυσιάζοντας η καθεμιά από μια αίγα.


Κατηγορίες Άρθρου
ΠΡΟΣΩΠΑ

Σχετικα αρθρα


ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

Your email address will not be published. Required fields are marked *

protionline.gr