background img
banner
banner

ΜΟΥΣΕΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΛΟΓΓΟΥ: Προσφορά Μνήμης στους Ήρωες Εθελοντές του τραγικού ατυχήματος του 1962

Το «Μουσείο Ιστορίας και Λαογραφίας Λόγγου» και η ποιήτρια Μέλπω Ρογκάλα, θέλοντας να τιμήσουν τη μνήμη των κατοίκων του Λόγγου, που έχασαν άδοξα και άδικα την ζωή τους στις 22 Αυγούστου 1962, έδωσαν στη δημοσιότητα έναν δημιουργικό «θρήνο», ένα ποίημα – προσφορά μνήμης στους ήρωες εθελοντές.

Ήταν τότε που ένας μαντρότοιχος υποχώρησε και καταπλάκωσε τον αρχιμάστορα και ορισμένους εργάτες του, στην προσπάθειά τους να δουν να διαμορφώνεται η νέα πλατεία του χωριού και να γίνονται παρεμβάσεις που θα έδιναν μια νέα όψη στην αγαπημένη πλατεία της περιοχής. Η Μέλπω Ρογκάλα, αποτίει φόρο τιμής στους αδικοχαμένους Λογγίτες και συγκεκριμένα στους Παναγιώτη Μπουλούμπαση ετών 54, Χρήστο Τσαούση ετών 52, Νικόλαο Μπιρπίλη (εκ Ψαθοπύργου) ετών 30, Νικόλαο Μαρκουρά ετών 23 και Χρήστο Μούκα ετών 16.

Τη Ζωή τους έδωσαν
για τον εξωραϊσμό
του Λόγγου του χωριού τους
την 22η Δευτέρα Αυγούστου 1962

Αιωνία η Μνήμη των
Η θυσία σας προσφορά
αγάπης και προόδου

Ήταν ημέρα ξαστεριάς
Ήταν ημέρα Αυγούστου
Κι όλοι συνταχτήκανε
Στη μικρή πλατεία,
Απόφαση να πάρουνε
Να φτιάξουνε με άσφαλτο
Το δρόμο του χωριού.
Να φέρουν τα χρειαζούμενα
Στου δρόμου τη στροφή.
Είναι πικρό να περπατούν
Στα λασπωμένα χώματα
Και να σκοντάφτουν στανερά
Του δρόμου τις λακκούβες
Και ν’ αναπνέουν τα παιδιά
Του χώματος τη σκόνη.
Και μίλησε ο γέροντας
Και απόφαση επήραν
Πως όλοι από το χωριό
Βοήθεια θε να δώσουν
Στολίδι να γένει,
Ο δρόμος του χωριού.
Να μην υπάρχουν άνθρωποι
Στο χώμα βουτηγμένοι
Και τα παιδιά τους να ΄χουνε
Τον καθαρό αέρα.
Έφεξε η αυγή την μέρα
Και σκόρπιζε ο ήλιος
Τη ζέστη πέρα ως πέρα.
Και το τραγούδι άρχισε
Ο γκριζομάλλης γέρος
Και τις αξίνες πήρανε
Κάθε λογής για όργανο
Και τρέχουνεκεί εθελοντικά
Που η αγάπη τους προστάζει
Να κάνουν κάτι καλό
Για όλο το χωριό.
Μπροστά πάνε οι γέροντες
Και ακολουθούν οι νέοι.
Έχουν αγάπη στους γέροντες
Και τους ακολουθάνε.
Ολημερίς ιδρώνουνε
Στους χώματος τη σκόνη.
Μα έρχεται το σούρουπο
Και θα ξεκουραστούνε.
Καινούργια μέρα φώτισε
Και πάλι ο Θεός,
Και φεύγουν οι Λογγίσοι
Πέρα απ’ το χωριό.
Για να τελειώσει ο δρόμος
Πριν τους προλάβει η βροχή.
Σκάβουν τα παλικάρια
Κάτω από τον ήλιο τον καυτό.
Τα χείλη τους ζητούν νερό
Μα αυτό είναι ζεστό.
Κουράγιο δίνουν οι γέροντες
Πως θα ΄ρθει το πανηγύρι
Και θα χορεύουν τις κοπελιές
Χωρίς το κουρνιαχτό.
Ήταν μέρα ζέστης
Και φώναξε ο γέροντας
Πως έφτασε η ώρα να γυρίσουν
Στο χωριό στον καθαρό αέρα
Και να πλυθούν στα γαλανά
Της θάλασσας νερά.
Μα έμεινε ατέλειωτη
Στα χείλη η φωνή του
Και γέμισε το σώμα του
Απ΄ το ζεστό το χώμα.
Βουή, αντάρα, κουρνιαχτό
Γέμισε ο αέρας
Σύννεφοσκόνης κόκκινο
Σκέπασε ως πέρα
Και το νταμάρι έπεσε
Και σκέπασε το γέροντα
Μαζί τα παλικάρια.
Τη σκόνη που φοβόντουσαν
Την πήραν στα σωθικά τους
Το χώμα το βαρύ
Σκέπασε τα κορμιά τους.
Ο ουρανόςσυννέφιασε
Ο ήλιος δεν εβγήκε.
Ήταν ημέρα συννεφιάς
Ήταν ημέρα θρήνου.
Κλαίνε μάνες τα παιδιά
Οι χήρες τους συντρόφους.
Κλαίει το χωριό το παλικάρι
Το μικρό δεκαέξι μόλις χρόνων.
Ήταν ημέρα παγωνιάς
Ήταν ημέρα θρήνου
Στου Λόγγου την πλατεία.
Πέρασαν τα χρόνια
Ξεχάστηκαν τα παλιά,
Ήρθε στο χωριό
Καινούργια γενιά.
Μα δε ξέρει τίποτα
Για του δρόμου
Τα γεγονότα τα φρικτά.
Μα να σήμερα όλοι μαζί
Θα ανάψουμε κερί
Στην Άγια σας ψυχή.
Η θυσία σας δρόμος αρετής και αγάπης
Για τούτο το χωριό.


Διαβάστε περισσότερα:
·
Κατηγορίες Άρθρου
ΠΡΟΣΩΠΑ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

Your email address will not be published. Required fields are marked *

protionline.gr