background img
banner
banner

Ποιήματα Κυπρίων καταγεγραμμένα από τη Μελπομένη Ρογκάλα

ΚΟΣΜΟΥΝ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΛΟΓΓΟΥ

Με αφορμή τη συμπλήρωση πενήντα χρόνων από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 που ξεκίνησε στις 20 Ιουλίου 1974, πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, η πρόεδρος του Μουσείου Λαογραφίας και Ιστορίας Λόγγου Μέλπω Ρογκάλα, διέθεσε στo Protionline.gr δύο ποιήματα που είχε καταγράψει η ίδια από αφηγήσεις Κυπρίων, οι οποίοι βρέθηκαν στον Λόγγο. Μάλιστα, τα δύο αυτά εγχειρίδια φυλάσσονται στο ιστορικό αρχείο του Μουσείου.

Το πρώτο ποίημα φέρει τον τίτλο «Κύπρος 1974-2024 και όπως η κ. Ρογκάλα επισημαίνει στo Protionline.gr, τον Ιούλιο του 1974 με την εισβολή των Τούρκων στην Κυρήνεια, τα μέλη της οικογένειας Αποστολίδη έφυγαν πρόσφυγες στην Αθήνα. Φιλοξενήθηκαν το καλοκαίρι του 1975 στον Λόγγο. Από την Κύπρια Θεοδώρα Ελευθεριάδη που είχε εγκατασταθεί στον Λόγγο πριν το 1950 και μαζί με τη Λογγίτισσα Ευρυδίκη Μπουλούμπαση δημιούργησαν το πιο σύγχρονο παντοπωλείο για την εποχή εκείνη, τη «Μέλισσα». Από τις αφηγήσεις της Εριέττας Αποστολίδη το καλοκαίρι του ‘75 κατέγραψε το αφήγημα που σήμερα οι καταγραφές του βρίσκονται στο Μουσείο.

ΚΥΠΡΟΣ 1974 – 2024

Κύπρος της Ελλάδος νησί
Από αρχαιοτάτων χρόνων
Νησί της Αφροδίτης
Ο ήλιος ξεπροβάλει
Από ανατολής μεριά
Χρυσές ακτίδες
Αγκαλιάζουν το όμορφο νησί
Θαλασσοπούλια ήρθαν στης θάλασσας νερά
Μύρια πουλιά, αηδόνια, χελιδόνια
Γλυκόσκοπό αρχίζουν
Μες στις μεγάλες χουρμαδιές
Τις ανθισμένες πορτοκαλιές
Ψηλά πετούν τα χελιδόνια
Στο γαλανό της Κύπρου ουρανό
Ως να‘ρθει το δειλινό
Και ο ήλιος να γύρει
Στου πενταδάχτυλου βουνό
Αι όλα να κουρνιάσουν
Μες στις φυλλωσιές
Και τα ψηλά τα δέντρα
Άστρα του ουρανού
Και ολόγιομο φεγγάρι
Φωτίζουν της νύχτας σιγαλιά
Ώσπου να ‘ρθει η αυγή
Καινούργια μέρα
Και τα πουλιά να πετάξουν
Τση Κύπρου ουρανό
Αργεί η μέρα για να ‘ρθει στην όμορφη Κυρήνεια
Ο ήλιος δεν έφεξε τη μέρα
η θάλασσααντάριασε
Γέμισεκαΐκια και μαούνες
Πλοία πολεμικά
Απίστων μισοφέγγαρα
Να γυροφέρνουν στα κατάρτια
Αγέρας έφερε Αγαρηνών φωνές
Ωιμέ! Τι συμφορά
Τση Κύπρου χώματα απατούν
Τούρκοι αγριεμένοι
Με τα σπαθιά στο χέρι
Τα χείλη τους άλαλες φωνές
Μα τον Αλάχ, Αλάχ
Και παίρνουν των Κυπρίων τα κεφάλια
Και πέφτουν τα κορμιά
Φωτιά, φωτιά από άκρη σε άκρη
Σκούζουν τα πουλιά και φεύγουντρομαγμένα
Στο πέταγμα τους θωρούν
Παλικαριών κορμιά
Κάτω τση γη της Κύπρου
Στο αίμα βουτηγμένα
Άγγελοι, πουλιά, σιμά τους κατεβαίνουν
Πετούν τριγύρω
Στων ηρώων Κυπρίων τα κορμιά
Παραπονιάρικο τιτίβισμα αρχίζουν
Της μάνας μοιρολόι
ΤΙ και να ήρθαν άπιστοι;
ΤΙ και να οι Τούρκοι πάτησαν
Την πόλη μας Κυρήνεια
Την ξακουστή αρχόντισσα
Σε όλη τη Μεσόγειο
Με τα καθάρια ακρογιάλια της
Και αυτόνε ο βουνό της
Με τις πέντε κορυφές του
Και τον Άγιο Ιλαρίωνα
Τη θάλασσα να αγναντεύει
Στα μάτια μας τον θωρούμε
Και το σταυρό μας κάνουμε
Στον Άγιο Ιλαρίωνα, τη Παναγία τη Μαύρα
Κουράγιο να σταθούμε
Ελπίδα για να ζήσουμε
Πέρασαν μέρες, μήνες, χρόνια
Χωρίς της άνοιξης λουλούδια
Χωρίς να πρασινίσουν τα βουνά
Δίχως λεβάντα και βασιλικό
Αγέρας να μυρίσει
Στην όμορφη Κυρήνεια
με όλα τα χωριά της
παρά συντρίμμια,
απομεινάρια μιας όμορφης ζωής
στέκουν εκεί στα κατεχόμενα
Σπίτια και εκκλησίες
Με τον Γκιώνη να θρηνεί
Στης νύχτας σκοτεινιά
50 χρόνοι πέρασαν διωγμένοι από τα σπίτια μας
Και από τα χώματα στη Κύπρου
Πολλοί νεκροί που έπεσαν για την τιμή της Κύπρου
Πολλοίαγνοούμενοι που γυρισμό δεν έχουν
Μα εμείς οι ζωντανοί«νεκροί»
Δεν ξεχνούμε, δεν ξεχνούμε
Μνήμες, μνήμες
Της εκκλησίας καμπάνας και της λαμπρής γιορτή
Όλα αυτά και άλλα πολλά
Τα κλειδώσαμε στης καρδιάς μας φύλλα
Και το κλειδί το δέσαμε
Μαζί με το σταυρό
Καδένα στο λαιμό
Μα θα ‘ρθει η μέρα χαραυγής
Και η καμπάνα του Αγίου Ιλαρίωνα
Θα ξανασημάνει
Και το κλειδί θα ανοίξει
Τη κάθε πόρτα τη κλειστεί
Ζωή να ξαναγεμίσει
Και ο κάμπος θα γεμίσει
Κάθε λογής λουλούδια
Στης θάλασσας τα νερά
Η όμορφη γοργόνα
Του Αλεξάνδρου αδερφή
Με τη γλυκιά της τη λαλιά
Θα διαλαλεί
ΖΕΙ ΖΕΙ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΚΑΙ Η ΚΥΠΡΟΣ
ΕΙΝ’ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ποτέ δεν θα ξεχάσουμε
Τη Κύπρο
Μάνα και αδερφή
Της Ελλάδος το νησί

Στη μνήμη των αδερφών Κυπρίων
Δεν ξεχνούμε προσμένουμε το γυρισμό τους
Στη δική τους ΙΘΑΚΗ
Την ΚΥΠΡΟ

Ο ΝΕΟΚΛΗΣ ΤΗΣ ΚΥΡΗΝΕΙΑΣ Ο ΛΕΒΕΝΤΗΣ

Ένα ακόμη ποίημα φέρει τον τίτλο «Ο Νεοκλής της Κυρήνειας ο λεβέντης» και προέρχεται από την αφήγηση της μητέρας του γιατρού Συμεωνίδου που το 1976 φιλοξενήθηκε στον Λόγγο στο σπίτι του οικογενειακού του φίλου Ανδρέα Λαμπρόπουλου, φαρμακοποιού από την Αθήνα. ΄΄Είχα την τύχη να ακούσω την αφήγηση και την κατέγραψα΄΄, αναφέρει η κ. Ρογκάλα.
Ο Νεοκλής
Παιδί οκτώ-δέκα χρόνων
Αχάραγα ξυπνούσε
Και έτρεχε εκεί κάτω
Στης Κυρήνειας λιμάνι
Κα πάνω στου κάστρου τα χαλάσματα
Από αιώνων γέννημα
Και του Οθέλλου ιστορία
Εκεί στη ψηλή του κορυφή
Ο Νεοκλής καθότανε
Και αγνάντευε τη θάλασσα της Μεσογείου
Εκεί στην άκρη του ουρανού
Τον βασιλιά τον ήλιο προσμένει για να δει
Μέσα από το γλυκό κόκκινο πορφυρένιο χρώμα
Σιγά σιγά να ξεπροβάλουν
Του ήλιο αχτίδες
Ο μικρός ο Νεοκλής
Στα μάτια του δεν πιστεύει
Όνειρο θε να βλέπει
Την ομορφιά του Αυγερινού
Άπειρες αχτίδες του φωτός
Σχήματα διαγράφουν
Στου ουρανού στερέωμα
Σαν ο ήλιος ανέβηκε
στου λιμανιού το μπάσιμο
ο Νεοκλής κατέβηκε
του κάστρου τα χαλάσματα
και στο σχολείο του πάγει
σαν κάνουν οι μαθητές προσευχή
ο Νεοκλής
το δάσκαλο Ιάσωνα
με απορία ερωτά
για τα άστρα του ουρανού
τον ήλιο το φεγγάρι
πως στέκουνε εκεί ψηλά
τη γη για να φωτίζουν
ο δάσκαλος του
σε κάθε απορία του
απάντηση θα δώσει
μα ο Νεοκλής δεν σταμάτησε
τον ήλιο να μελετά
και σαν ερχόταν η νυχτιά
στου πενταδάχτυλου κορυφή
αυτός θα ανεβαίνει
με τα άστρα του ουρανού
κουβέντα θε να κάνει.
Στο χωρίο, στο σχολείο
Τον έλεγαν αλαφροΐσκιωτο
Που τα άστρα του ουρανού
Θέλει να μελετά
Και το φεγγάρι να δει
Από την άλλη του μεριά
Του ήλιου άμαξα ζωγράφιζε
Τα άστρα του ουρανού
Και το φεγγάρι ολόγιομο
Την Κύπρο να φωτίζει
Με όλα αυτά
Ο Νεοκλής αρίστευσε
Στις σχολικές τις τάξεις
Και έφτασε η ώρα
Και αριστούχος πέρασε
Στου Πανεπιστημίου πόρτα
Εκεί μαθήτευσε αστροφυσική
Αυτό ήταν το όνειρο του
Και κάθε του κρυφή μορφή
Αυτός να την αναγνώσει
Πέρασαν της φοίτησης τα χρόνια
Σε Κύπρο και Λονδίνο
Το καλοκαίρι του 1974
Ήρθε στη Κυρήνεια
Με τίτλους και διπλώματα
Τις γνώσεις του
Τη Κύπρο να τις δώσει
Ο Νεοκλής ανέβηκε
Στα στέκια τα παλιά
Εκεί στου πενταδάχτυλου κορυφή
Τώρα έχει και τα σύνεργα
Και αυτά τα ματογυάλια
Που βλέπουν πάνω, πέρα μακριά
Τα άστρα του ουρανού
Της θάλασσας ακρογιάλια
15 Ιουλίου 1974
Η νύχτα ήταν σκοτεινή
Και το φεγγάρι θολό
Με σύννεφα τριγύρω
Το φεγγάρι κρύφτηκε
Για να μην δει ο Νεοκλής
Που μαύρισε η θάλασσα της Κυρήνειας
Ο Νεοκλής μέσα από της νύχτας τα ματογυάλια
είδε πως έρχεται μεγάλη συμφορά
αρμάδες και πολεμικά καράβια
με Τούρκικες σημαίες
να κοντοζυγώνουν
στα δυο λιμάνια
Κυρήνεια και Πέντε Μιλιών
Σαν το ζαρκάδι έτρεξε
Να ξυπνήσει το χωριό
Ο Νεοκλής την κάθε πόρτα χτυπά Και ομολογά το θλιβερό μαντάτοΚανένας δεν τον πήρε στα σοβαρά
Πιστεύοντας πως του Νεοκλή
τα άστρα του πήραν τα μυαλά
πριν χαράξει η μέρα
έσκασε η μεγάλη βόμβα
και οι Τούρκοι πάτησαν
Πέντε Μιλιών λιμάνι
στην πόλη μας ξεχύνονται
οχθροί αγριεμένοι
ο Νεοκλής
τρέχει στο σπίτι του Ιάσωνα
αυτού του διδασκάλου του
μαζί του να τον πάρει
να φύγουν προς τα κάτω
μα δεν πρόλαβε
οι βόμβες έπεσαν
η μια κοντά στην άλλη
και άνοιξε το σπίτι
και χάθηκε ο Νεοκλής
μαζί και ο δάσκαλος του
μες στα ερείπια θάφτηκαν
Ιάσωνας και Νεοκλής
Χωρίς λιβάνι και κερί
Χωρίς παπά τρισάγιο
Ναι φύγαμεν απ΄ τση Κύπρου χώματα
Διωγμένοι σκοτωμένοι
Μα όσων ζούμεν οι ζωντανοί
Συλλογιόμαστε
Ιάσωνα το διδάσκαλό μας
Και αυτόνε τον Νεοκλή μας
Τα άστρα που δεν πρόκανε
Αυτά να μελετήσει
τον ήλιο το φεγγάρι
Παρέα τώρα του κρατούν
Τση Κύπρου γη
Την πολυβασανισμένη
Εωσότου ο βασιλιάς ήλιος
Και πάλι ανατείλει
Τση Κύπρου ελεύθερη να φωτίσει
Και ο πενταδάχτυλος να γεμίσει
Πουλιά και χελιδόνια
Και εκεί σιμά στο μοναστήρι
Του Άγιου Ιλαρίωνα
Καμπάνες, ψαλμοί και πάλι να ακουστούν Και όλοι μαζί
Να σύρουμε χορόν τ
ης λευτερίας
Χαράν της αδερφοσύνης
Και η Κύπρο μας να γενεί
Σαν πρώτα τση χαράς
Τόπος φιλοξενίας
Το όμορφο νησί μας


Κατηγορίες Άρθρου
ΠΡΟΣΩΠΑ

Σχετικα αρθρα


ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

Your email address will not be published. Required fields are marked *

protionline.gr