background img
banner
banner

Η Πολιτιστική Κληρονομιά της Αιγιάλειας: 04 Το αρχαίο Αίγιον: από το 373 π.Χ. μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους

-Από την Ντόρα Κατσωνοπούλου, Αρχαιολόγο*-

Όπως σημείωσα στον επίλογο του αμέσως προηγούμενου άρθρου μου (ΒΛΕΠΕ ΕΔΩ), η πόλη του Αιγίου γνώρισε ιδιαίτερη ακμή στους ελληνιστικούς χρόνους, δηλαδή μετά την ανάδειξή της ως νέα πρωτεύουσα του Β’ Κοινού των Αχαιών ή Αχαϊκής Συμπολιτείας περί το 280 π.Χ., έχοντας ουσιαστικά πάρει την θέση της πρώτης και αρχαιότερης πρωτεύουσας του Κοινού, της Ελίκης, αφού η τελευταία υπέστη σοβαρό οικονομικό και πολιτικό πλήγμα από τον καταστροφικό σεισμό του 373 π.Χ. Μάλιστα, η νέα αυτή κατάσταση, επέτρεψε και την επέκταση της επικράτειας του Αιγίου προς Α με την προσάρτηση δυτικών εδαφών της Ελίκης που δεν έπληξε ο σεισμός, όπως μας πληροφορεί ο σύγχρονος με το καταστροφικό φαινόμενο φιλόσοφος Ηρακλείδης.

Αυτήν ακριβώς την μαρτυρούμενη από τις αρχαίες πηγές ακμή του ελληνιστικού Αιγίου, επιβεβαιώνουν και τα ευρήματα των σωστικών ανασκαφών στην σύγχρονη πόλη.

Τμήματα κτιρίων των ελληνιστικών χρόνων έχουν βρεθεί σε πολλές σωστικές ανασκαφές, κυρίως στο κέντρο και στο ανατολικό τμήμα της σημερινής πόλης (εικόνες 1, 2), όπως επίσης αγωγοί και δεξαμενές. Ιδιαίτερα, ο εντοπισμός σημαντικών κτιρίων σε μεγάλη έκταση, κυρίως στην περιοχή των οδών Κανελλοπούλου και Πλαστήρα, έχει οδηγήσει στην άποψη ότι εδώ κοντά πρέπει να βρισκόταν η Αγορά του αρχαίου Αιγίου. Ομάδα μάλιστα κτιρίων μεγάλων διαστάσεων με παρακείμενη υπόγεια κατασκευή – «δεξαμενή» – εντυπωσιακών διαστάσεων, και πλούσια κινητά ευρήματα, αγγεία, νομίσματα, πήλινα ειδώλια, ενισχύουν την πιθανότητα της θέσης εδώ ενός από τα ιερά που αναφέρει ότι είδε ο Παυσανίας στον χώρο της Αγοράς της πόλης: το τέμενος του Δία Σωτήρος, κοινό ναό αφιερωμένο στον Απόλλωνα και την αδελφή του Αρτέμιδα, και άλλο ιερό της Αρτέμιδος.

Στα ιδιαιτέρως αξιόλογα ευρήματα αυτής της περιόδου ανήκει και το άνω τμήμα λίθινης στήλης με αετωματική απόληξη, του ύστερου 4ου αιώνα π.Χ., (παλαιότερα στην έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Αιγίου, εικόνα 3) που περιέχει την αρχή τιμητικού ψηφίσματος της πόλης του Αιγίου στον ημεροδρόμο και βηματιστή του Μεγάλου Αλεξάνδρου Φιλωνίδη Ζωίτου. Σύμφωνα με τον ρωμαίο συγγραφέα Πλίνιο, ο διάσημος ημεροδρόμος Φιλωνίδης ήταν ο μόνος που διήνυσε στην Β. Πελοπόννησο απόσταση περίπου 230 χλμ., από την πόλη της Σικυώνας στην Ήλιδα, μέσα σε 9 ώρες. Ως βηματιστής του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν επιφορτισμένος με το μέτρημα των αποστάσεων στους δρόμους της Ασίας, κατά την εκστρατεία του Μακεδόνα βασιλέα, και με την καταγραφή των αποστάσεων πάνω σε λίθινες στήλες, γνωστές ως μιλιάρια, δηλαδή λίθους πάνω στους οποίους καταγράφονταν οι αποστάσεις σε ρωμαϊκά μίλια.

Στην εποχή του ελληνιστικού Αιγίου θα πρέπει να καταγράψουμε και την ύπαρξη τειχών, αν και το πάχος των λειψάνων που έχουν μέχρι σήμερα αποκαλυφθεί συνηγορεί υπέρ του χαρακτηρισμού τους μάλλον ως «περιβόλου» και όχι ως αμυντικού τείχους. Αυτός ο περίβολος, με δύο τουλάχιστον οικοδομικές φάσεις, χρονολογείται στον 4ο και στον 3ο αιώνα π.Χ. αντίστοιχα.
Τα μέχρι τώρα αποκαλυφθέντα λείψανα σε διάφορα σημεία του Αιγίου (εικόνα 4), δείχνουν πως ο περίβολος ακολουθούσε πορεία από την οδό Σολωμού και τα Ψηλαλώνια προς το Β-ΒΑ τμήμα της πόλης, δηλαδή προς τα σκαλάκια και τις οδούς Εισοδίων, Σαρανταπόρου, Σολιώτη και Κορίνθου (άνω πόλη) και συνέχιζε προς Ν-ΝΑ στην περιοχή μεταξύ του συνοικισμού και της Αγ. Κυριακής, μετά την οποία θα έπαιρνε κανείς την έξοδο για να βαδίσει προς Α και να εισέλθει στην επικράτεια της Ελίκης, περνώντας τον ποταμό Σελινούντα που στην εποχή τουλάχιστον του Στράβωνα (1ος αι. π.Χ./μ.Χ.) και του Παυσανία (2ος αι. μ.Χ.) έρρεε κοντά στα Σταφιδάλωνα.

Με το πέρασμα από τους ελληνιστικούς στους ρωμαϊκούς χρόνους και ουσιαστικά μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τους Ρωμαίους το 146 π.Χ., η Αχαϊκή Συμπολιτεία συνέχισε να λειτουργεί, υπό τον έλεγχο βέβαια των νέων κατακτητών, με το Αίγιον ως κέντρο της. Η πόλη την ρωμαϊκή περίοδο επεκτάθηκε ακόμη περισσότερο, τόσο σε μήκος παράλληλα με το θαλασσινό της μέτωπο, όσο και σε βάθος. Πολυτελείς ιδιωτικές κατοικίες με τα ιδιωτικά λουτρά τους (εικόνα 5) κτίστηκαν στο κέντρο της καθώς και πλούσια εξοχικά. Με τις σωστικές ανασκαφές αποκαλύφθηκαν σε διάφορα σημεία της σύγχρονης πόλης, ψηφιδωτά δάπεδα, μεγάλο συγκρότημα δημόσιων λουτρών, αποχετευτικό σύστημα, δεξαμενές και πηγάδια για την υδροδότηση, κλίβανοι, αλλά και πλήθος κινητών ευρημάτων. Από περιγραφές περιηγητών για σωλήνες παροχής νερού με κατεύθυνση προς την οδό Μητροπόλεως, συμπεραίνεται ότι το υδραγωγείο της αρχαίας πόλης ίσως βρισκόταν σε κάποιο σημείο σχετικά υψηλό στα ΝΔ της πόλης. Σε οικιακό ιερό του ρωμαϊκού Αιγίου ανήκει πιθανότατα και υπόγειος λατρευτικός θάλαμος, ίσως Μιθραίο, δηλαδή ιερό λατρείας του θεού Μίθρα (2ος-3ος αι. μ.Χ.), που αποκαλύφθηκε σε σωστική ανασκαφή στην οδό Σωτηρίου Λόντου.

Ευρήματα τάφων από διάφορες περιοχές του Αιγίου, οδηγούν στο συμπέρασμα ύπαρξης σημαντικού αριθμού νεκροταφείων στο ελληνιστικό και ρωμαϊκό Αίγιον. Δύο τουλάχιστον μεγάλα νεκροταφεία με πλούσιες ταφές των ελληνιστικών χρόνων (3ος-1ος αι. π.Χ.) κατελάμβαναν θέσεις στα Ν και Α της σύγχρονης πόλης, στην περιοχή Διαμαντή Ράχη και Αγ. Κυριακής αντίστοιχα. Άλλο ένα νεκροταφείο φαίνεται πως υπήρχε στο Δ ή ΝΔ τμήμα της πόλης ενώ και άλλοι τάφοι της ίδιας περιόδου έχουν εντοπιστεί κοντά στην γέφυρα του Μεγανίτη (εικόνες 6α, β, γ, ευρήματα τάφων του Αιγίου).

Στους ρωμαϊκούς χρόνους (1ος-4ος αι. μ.Χ.) χρονολογούνται τουλάχιστον πέντε μεγάλα νεκροταφεία: α) στην περιοχή της Αγ. Κυριακής, όπου εκτός των τάφων βρέθηκε και κτίριο που ανήκει πιθανόν σε ιερό ή ναΐσκο. Η θέση ήταν ήδη σε χρήση ως νεκροταφείο από τους προηγούμενους ελληνιστικούς χρόνους, β) σύνολο ταφικών μνημείων που βρέθηκαν τον περασμένο αιώνα στην περιοχή της Παναγίας Τρυπητής, γ) μεγάλο νεκροταφείο στα Α της πόλης, δ) άλλο με συνεχή χρήση μέχρι τους χριστιανικούς αιώνες στην οδό Κουλούρας, ε) στην θέση Ελληνικό στα ΒΑ του σημερινού Αιγίου.

Σε πλούσιο ταφικό μνημείο του ρωμαϊκού Αιγίου, μάλιστα των αυτοκρατορικών χρόνων, ανήκουν δύο αγάλματα που βρέθηκαν πριν από το 1860 στην νότια περιοχή της πόλης: το άγαλμα γυναίκας, ντυμένης με χιτώνα και ιμάτιο που είναι τυλιγμένο γύρω και από τα δύο χέρια της αφήνοντας να φαίνονται μόνον τα άκρα τους (εικόνα 7), και δεύτερο άγαλμα του θεού Ερμή ως ψυχοπομπού που παριστάνεται γυμνός, με ιμάτιο ριγμένο στον αριστερό του ώμο και αριστερό βραχίονα. Με το αριστερό χέρι ο θεός κρατούσε κηρύκειο, όπως δείχνει μικρό μέρος του που διατηρείται ανάμεσα στα δάχτυλα (εικόνα 8). Το κηρύκειον ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά σύμβολα του Ερμή, μαζί με τα περίφημα φτερωτά σανδάλια του.

Πρόκειται για λεπτή και μακριά ξύλινη ράβδο, γύρω από την κορυφή της οποίας περιελίσσονταν δύο φίδια με τα κεφάλια τους αντικριστά και τις ουρές τους ενωμένες, την οποία ο θεός φέρει μαζί του στις αποστολές του ως αγγελιαφόρος των θεών ή ως ψυχοπομπός, δηλαδή συνοδός των ψυχών, όπως στην απεικόνιση του αγάλματος από το Αίγιον (εικόνα 9, ερυθρόμορφη παράσταση του Ερμή με το κηρύκειον και τα φτερωτά σανδάλια). Αυτό το σκήπτρο έφεραν στην αρχαιότητα οι πρέσβεις και οι κήρυκες.

Το ρωμαϊκό Αίγιον, παρά την εύνοια που απέκτησε η Πάτρα από τον αυτοκράτορα Αύγουστο, παρέμεινε μια σημαντική πόλη της αρχαίας Αχαΐας τουλάχιστον μέχρι την εποχή του περιηγητή Παυσανία (2ος αι. μ.Χ.), διατηρώντας τα ιερά και μνημεία παλαιότερων περιόδων της ιστορίας του και το γόητρό του ως πολιτική και θρησκευτική μητρόπολη της Συμπολιτείας για πέντε περίπου συνεχείς αιώνες από την ανασύστασή της στις αρχές του 3ου αι. π.Χ.

• Η Ντόρα Κατσωνοπούλου είναι Καθηγήτρια Αρχαιολογίας Δρ του Πανεπιστημίου Cornell των ΗΠΑ, Πρόεδρος της ΕΦΑΕΛ, Διευθύντρια του Ερευνητικού Προγράμματος Αρχαίας Ελίκης και Πρόεδρος του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας Πάρου & Κυκλάδων

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ:

Η Πολιτιστική Κληρονομιά της Αιγιάλειας: 01 Τα παραλιακά ιερά του Αιγίου

Η Πολιτιστική Κληρονομιά της Αιγιάλειας: 02 Τα ιερά της πόλης και της Αγοράς του Αιγίου

Η Πολιτιστική Κληρονομιά της Αιγιάλειας: 03 Το αρχαίο Αίγιον: από τα προϊστορικά χρόνια έως το 373 π.Χ.


Κατηγορίες Άρθρου
ΤΟΠΙΚΑ

Σχετικα αρθρα


Τα σχόλια είναι κλειστά.

protionline.gr