background img
banner
banner

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ: «Αν το θέατρο μαθαίνει κάτι στους ανθρώπους, είναι η σχέση που πρέπει να έχει το άτομο με την έννοια της συλλογικότητας»

Ο Γιώργος Κιμούλης, εξαιρετικός γνώστης της ρωσικής δραματουργίας, σκηνοθετεί μια αρκετά απαιτητική, λόγω και της διαχρονικότητάς της, παράσταση ενώ ως πρωταγωνιστές τόσο εκείνος όσο και η Φωτεινή Μπαξεβάνη, έχουν αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές.

Με αφορμή την εν εξελίξει περιοδεία του έργου «Το Παγκάκι» του Αλεξάντερ Γκέλμαν και την παράσταση που θα δώσουν το προσεχές Σάββατο 11 Ιουλίου στο υπαίθριο θέατρο «Γ. Παππάς» του Αιγίου, ο σπουδαίος θεατράνθρωπος ξεδιπλώνει σήμερα τις σκέψεις του στo protionline.gr, σχολιάζοντας τη δύσκολη εποχή λόγω (και) πανδημίας, την «υποχρέωση» της Τέχνης να υπενθυμίζει, τους χειρισμούς της Πολιτείας και το πώς αντιμετωπίζεται ο σύγχρονος Πολιτισμός, την επαρχία, την ανάγκη των ανθρώπων να ζήσουν το θέατρο και την αντίληψη της τοπικής αυτοδιοίκησης επ’ αυτού.

Με λόγο ευθύ, σε πολλά σημεία παρεμβατικό που μας ωθεί στο να δούμε την πραγματικότητα πιο ξεκάθαρα, ο Γιώργος Κιμούλης δεν παραλείπει να αναφερθεί στις ανθρώπινες σχέσεις, την «ενικότητα», τα αποτελέσματα της συντροφικότητας αλλά και το πώς ένα επιφανειακό θέμα, όπως αυτό της συνάντησης δύο ανθρώπων σε ένα παγκάκι μπορεί να γίνει η αφορμή να ξεγυμνωθούν τόσα συναισθήματα επί σκηνής, «βουτώντας» σε μεγάλα κοινωνικά βάθη…

Σε λίγες μέρες θα έχουμε τη χαρά να απολαύσουμε στο υπαίθριο θέατρο «Γ. Παππάς» του Αιγίου, τη θεατρική παράσταση «Το παγκάκι» σε σκηνοθεσία – διασκευή δική σας. Επίσης, κατέχετε έναν από τους δύο ρόλους. Μιλήστε μας για το έργο.

Το “παγκάκι” του Γκέλμαν είναι ένα έργο το οποίο το είχα διαβάσει εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Συνήθως επιλέγω τα έργα, ανάλογα με το θέμα τους και τα ερωτήματα τα οποία θέτουν. Αυτά τα ερωτήματα πρέπει να έχουν πάντοτε σχέση με τον εκάστοτε προβληματισμό τον οποίον έχω και σαν καλλιτέχνης, ανάλογα και με την περίοδο που διανύω όταν επιλέγω το έργο. Δηλαδή ο προβληματισμός που εισπράττω από τον περιβάλλοντα χώρο μου. Το θέμα του συγκεκριμένου έργου είναι το εάν μπορούν οι άνθρωποι να ζήσουν πια, μαζί. Και αν θέλουν όντως να ζήσουν και να είναι μαζί, γιατί δεν το κατορθώνουν. Από την μεριά του συγγραφέα, το εκπληκτικό είναι πως αυτό το αρκετά σοβαρό θέμα, το αντιμετωπίζει χρησιμοποιώντας το εργαλείο της κωμωδίας. Γιατί το “παγκάκι” πάνω από όλα, είναι μια σπουδαία κωμωδία.

Πόσο δύσκολο ήταν το εγχείρημα; Πού πιστεύετε ότι οφείλεται η μέχρι τώρα μεγάλη επιτυχία της παράστασης;

Κατ’ αρχάς, έχω την εντύπωση πως συγκινεί το θέμα του έργου, αλλά και ο τρόπος που το παρουσιάζει ο συγγραφέας. Όλοι έχουμε την αγωνία της μοναξιάς. Ο άνθρωπος εκ των πραγμάτων, δεν είναι ένα πλάσμα το οποίο μπορεί να ζει μόνο του. Όσο και να μαθαίνουμε αυτό, λανθασμένα κατά την γνώμη μου, από την οικογένεια μας, το να λειτουργούμε δηλαδή με αυτάρκεια, ο άνθρωπος δεν είναι αυτάρκης. Έχει ανάγκη τον συνάνθρωπό του. Και η τεχνολογία, δυστυχώς… έχει βοηθήσει πάρα πολύ στο ότι ο άνθρωπος μπορεί να φαντασιωθεί πως λειτουργεί με αυτάρκεια. Επίσης, βοηθούν σ’ αυτό πάρα πολύ και τα υποτιθέμενα κοινωνικής δικτύωσης μέσα. Μέσω αυτών “νομίζει” πως έρχεται σε επαφή με άλλους. Μα η πραγματικότητα διαφέρει: Στην ουσία δεν έρχεται σε επαφή με κανέναν. Αν για λίγο σηκώσει το βλέμμα του από το μόνιτορ, θα διαπιστώσει ότι βρίσκεται εντελώς μόνος του μέσα σε ένα δωμάτιο. Αυτή την ανθρώπινη έλλειψη, το έργο αυτό, την παρουσιάζει με τέτοιο τρόπο που ο θεατής έχει ανάγκη και να το δει και να σκεφτεί, έστω και αν κατά τη διάρκεια της παράστασης γελάει πολύ με αυτό που βλέπει. Φαίνεται πως τελικά ο Γκέλμαν γνώριζε αυτό που αναφέρει ο Ντάριο Φο, πως “το κλάμα ανακουφίζει μα το γέλιο θυμώνει”. Κι ο θυμός, είναι βατήρας πολλών αλλαγών.

Μπορούν πλέον οι άνθρωποι να ζήσουν «μαζί»; Είναι δυνατόν να είναι απόλυτα ειλικρινείς και ταυτόχρονα ευτυχισμένοι; Υπάρχει αληθινή αγάπη;

Η τέχνη δε δίνει απαντήσεις. Ο στόχος της δεν είναι να καθοδηγεί, ν’ ανακουφίζει και να εφησυχάζει. Η τέχνη πάνω από όλα, υπενθυμίζει. Υπομνηστικός είναι ο ρόλος της. Υπενθυμίζει αυτά που οι άνθρωποι ξεχνούν. Ναι. Πιστεύω πως υπάρχει αληθινή αγάπη. Ο Γιώργος Χειμωνάς έχει μεταφράσει έναν στίχο από τον “Ορέστη” του Ευριπίδη που λέει “αγαπάω σημαίνει οφείλω”. Πιστεύω κι εγώ λοιπόν πως υπάρχει αληθινή αγάπη. Την αγάπη αυτή τη νιώθουμε όλοι μας, κατ’ αρχάς με τα παιδιά μας. Είμαστε απέναντι τους σε μια διαρκή οφειλή. Αυτή η οφειλή, δεν μας καταπιέζει και προσπαθούμε όλοι απλόχερα να την εκπληρώσουμε. Πολλές φορές βέβαια μπερδεύουμε τον έρωτα ή την γοητεία, με την αγάπη. Ο έρωτας όμως πολλές φορές έχει μια ημερομηνία λήξης. Τελειώνει κι είμαστε δυστυχείς. Νομίζουμε λοιπόν έτσι ότι η και αγάπη είναι κάτι που δεν υπάρχει περίπτωση να μας δοθεί ή να την δώσουμε ολοκληρωτικά. Είναι λανθασμένο αυτό το συμπέρασμα. Ο έρωτας είναι αυτός που μας φέρνει κοντά με τους ανθρώπους και είναι στο χέρι μας, αν αυτό το στοιχείο της ανάγκης τού να είμαστε γοητευμένοι κι ερωτευμένοι, το “μεταλλάξουμε”, ώστε να το μεταμορφώσουμε σε αγάπη.

Πώς βιώσατε την εγκλεισμό της καραντίνας;

Επειδή ξεκινήσαμε τη συζήτησή μας με την ανοησία της αυτάρκειας… ουδείς μπορεί να είναι δημιουργικός μόνος του. Η καραντίνα του κορωνοϊού είχε άμεση σχέση με την πλήρη απομόνωση. Πιστεύω ότι εάν είχαμε κατορθώσει να αυξήσουμε το αίσθημα της ενσυναίσθησης, δηλαδή του να μπορούμε να προστατεύσουμε τους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας ή όσους ανήκαν σε ευπαθείς ομάδες, δεν θα χρειαζόταν καν αυτή η καραντίνα. Παράλληλα όμως όφειλαν τα ίδια τα κράτη να είχαν οργανώσει σωστά τα συστήματα υγείας τους και να μην τα είχαν απαξιώσει. Αν είχε συμβεί αυτό δεν θα ήταν αναγκαίο να οδηγηθούμε στον εγκλεισμό μας. Πρέπει να μάθουμε και εμείς, αλλά και το κράτος. Αν και το δεύτερο το βλέπω πιο δύσκολο από το πρώτο. Γιατί την τελευταία περίοδο ζούμε σε μια διαρκή απειλή επανεμφάνισης και έξαρσης του κορωνοϊού τον φθινόπωρο που μας έρχεται, όμως δεν βλέπουμε στην πραγματικότητα να γίνονται και οι απαιτούμενες αλλαγές στο σύστημα υγείας.

Φοβηθήκατε ότι θα φιμωθεί η Τέχνη; Πιστέψατε ότι θα αργήσετε να ξανανέβετε στο θεατρικό σανίδι;

Δεν φοβήθηκα ποτέ πως η Τέχνη θα φιμωθεί. Θεώρησα αδιανόητη την ευκολία που ο κ. πρωθυπουργός αντιμετώπισε τον σύγχρονο πολιτισμό, όταν αναφέρθηκε για την περίοδο του καλοκαιριού, έστω κι αν μετά παραδέχτηκε το λάθος του. Έχω συνηθίσει όμως τον τρόπο που όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν τον σύγχρονο πολιτισμό. Ο σύγχρονος πολιτισμός ανέκαθεν αντιμετωπιζόταν ως είδος πολυτελείας στην Ελλάδα και τους καλλιτέχνες τους έβλεπαν ως απλούς ψηφοθηρικούς κράχτες. Αν εξαιρέσουμε την περίοδο της Μελίνας Μερκούρη και του Θάνου Μικρούτσικου, δεν έχω δει κάτι διαφορετικό στο υπουργείο Πολιτισμού. Βεβαίως, για να λέμε την αλήθεια, δεν ευθύνεται μόνον ο εκάστοτε υπουργός, ευθύνεται συνολικά η πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης. Ακούω, παραδείγματος χάρη, τόσα χρόνια περί πολιτιστικής πολιτικής και έχω την εντύπωση ότι οι περισσότεροι ούτε καν γνωρίζουν την έννοια της. Το θέατρο, αν μαθαίνει κάτι στους ανθρώπους, είναι η σχέση που πρέπει να έχει το άτομο με την έννοια της συλλογικότητας. Γιατί το θέατρο, είναι μεν μια τέχνη όπου ο καλλιτέχνης ωθείται από την ενικότητά του, όταν θέλει ο ίδιος να εκφράσει κάτι, αλλά αυτή η έκφραση αν δεν δοθεί μέσα σ’ ένα συλλογικό, πληθυντικό χώρο, όπως είναι η σκηνή, δεν πρόκειται να ακουστεί ποτέ. Και όταν λέω συνολικό χώρο, δεν εννοώ μόνο τις παραστάσεις με πολλά πρόσωπα πάνω στην σκηνή. Εννοώ όλο το θεατρικό τοπίο στο σύνολο του. Κάποιοι είναι πάνω και κάποιοι είναι κάτω από την σκηνή και παρακολουθούν όσους είναι πάνω στο σανίδι. Υπάρχει άρα αυτή η αίσθηση του “όλοι μαζί”. Του ότι είμαστε μαζί και συμμετέχουμε συνολικά.

Πώς έχει σήμερα η κατάσταση στα θεατρικά πράγματα, κατά την προσωπική σας άποψη έχει βλαφθεί ανεπανόρθωτα, βλέπουμε φως στο τούνελ;

Είναι αλήθεια ότι η όλη κατάσταση με ανησυχεί. Τόσο καιρό ψάχνω να βρω ένα άρθρο ουσίας για τον κίνδυνο που αυτή τη στιγμή ελλοχεύει σε ό,τι αφορά τη θεατρική τέχνη, αλλά δε βρίσκω. Όλοι μιλούν μόνο για την οικονομική καταστροφή του θεάτρου. Ο θάνατος όμως του θεάτρου είναι αυτή η μοντέρνα έκφραση της κοινωνικής απόστασης. Αυτό το «κρατάμε αποστάσεις» είναι ένα σύνθημα το οποίο μπορεί να οδηγήσει στον θάνατο της Τέχνης μας. Γιατί η Τέχνη αυτή, λόγω της συλλογικότητας, που ανέφερα πριν, δημιουργεί την ανάγκη της απόλυτης συμμετοχής.

Από τους πρώτους σταθμούς της περιοδείας σας είναι στο Αίγιο. Γνωρίζω πως έχετε κάνει καλούς φίλους στην περιοχή, μιας και μείνατε για καιρό στην Αχαΐα και μας επισκέπτεστε συχνά. Θα λέγατε πως είναι από τα θετικά στοιχεία των εκάστοτε περιοδειών;

Οι καλλιτέχνες που έρχονται από την Αθήνα συνηθίζουν να λένε ωραία λόγια για κάθε πόλη, που επισκέπτονται,. Δεν τα πιστεύω εγώ αυτά. Οι άνθρωποι παντού είναι και καλοί και κακοί και μέτριοι. Επίσης εγώ είναι λίγο δύσκολο να μιλήσω για το Αίγιο ή για οποιαδήποτε πόλη που είναι «κάτω από το αυλάκι» γιατί προέρχομαι από περιοχή «κάτω από το αυλάκι», οπότε θα είναι σαν να ευλογώ τα γένια μου.

Βλέπετε τη δίψα για καλές θεατρικές παραστάσεις και τον ενθουσιασμό στα μάτια του κοινού της επαρχίας;

Των πολιτών ναι. Δυστυχώς όμως οι δημοτικές αρχές σε πάρα πολλές πόλεις απαξιώνουν και αυτοί τον χώρο του Πολιτισμού. Έχω περάσει από πολλές πόλεις που οι θεατρικές εγκαταστάσεις είναι θλιβερές. Υπάρχουν βέβαια και πόλεις με σπουδαία θέατρα. Δυστυχώς όμως είναι σαν να έχει σταματήσει η προσπάθεια συντήρησης χώρων που θα μπορούσε να δημιουργήσει ο σύγχρονος Πολιτισμός και στην περιφέρεια. Είναι λίγο άσχημο αυτό, ας ελπίσουμε ότι στο μέλλον θα φτιάξουν τα πράγματα…


Κατηγορίες Άρθρου
ΠΡΟΣΩΠΑ

Σχετικα αρθρα


Τα σχόλια είναι κλειστά.

protionline.gr