background img
banner
banner

Τα βραβεία είχαν… χρώμα Αιγιάλειας!

Ούτε ένα, ούτε δύο… αλλά τέσσερα συνολικά βραβεία «ήρθαν» στην Αιγιάλεια από τον 19ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης του περιοδικού Λόγου, Τέχνης και Πολιτισμού «Κελαινώ» του Λογοτεχνικού Ομίλου Ζαλώνη «Ξάστερον». Πρόκειται για ποιήματα των Θανάση Τρίψα, Παναγιώτη Κουμπούρα, Γιώργου Παπασταθόπουλου και Γιώργου Τριανταφυλλόπουλου που απέσπασαν βραβεία για συμμετοχές τους σε διαφορετικές κατηγορίες στον εν λόγω διαγωνισμό, ο οποίος έχει τεράστιο κύρος και υψηλό επίπεδο.

Οι τόσες διακρίσεις αποτελούν δε σημαντικό γεγονός για την Αιγιάλεια που αποδεικνύεται «κοιτίδα» του πνεύματος και του Πολιτισμού. Η απονομή πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 3 Νοεμβρίου στο Συνεδριακό Πολιτιστικό Κέντρο του Δημαρχείου Περιστερίου. Ο Θανάσης Τρίψας έλαβε το Α΄ βραβείο Ρυθμομετρικής Ποίησης με το ποίημα: «Ψιθυρισμοί Ματιών», ο Παναγιώτης Κουμπούρας το Α΄ βραβείο Μπαλάντας με το ποίημα «Μπαλάντα του Έρωτα», ο Γιώργος Παπασταθόπουλος το Α΄ βραβείο Σονέτου με το ποίημα «Ο ποιητής» και ο Γιώργος Τριανταφυλλόπουλος (που έλαβε μέρος για πρώτη φορά) το Β΄ βραβείο ποίησης με το ποίημα «Κουράστηκα».

Ψιθυρισμοί ματιών (Αθ. Τρίψα)

Ονείρου πλάση, δειλινό στην αμμουδιά,
φλύαρη θάλασσα μονάχα ψιθυρίζει,
πάνω στα βότσαλα τα λόγια της λικνίζει,
λες και στενάζει η πελαγίσια της καρδιά.

Φορά τ’ αγέρι του ο μπάτης και περνά,
γίνεται ρίγος στο αχνόφωτο κορμί της,
απ’ την η ανάσα σου ριγώ κι εγώ μαζί της,
τώρα που ο έρωτας μαζί μας ξαγρυπνά.

Και ένα φεγγάρι που πασχίζει να φανεί,
σχίζει τα σύννεφα, με φως σε ψηλαφίζει,
τώρα η θάλασσα μόνη δεν ψιθυρίζει,
τρέμει κι η φλόγα στων
ματιών σου τη φωνή.

Φωτιά και θάλασσα στο αίμα μου κυλάς,
κρύβεσαι μέσα μου, σφραγίζεις σαν κοχύλι, σου κλέβει ο έρωτας
τα λόγια απ’ τα χείλη και στα δυο μάτια σου τ’ αφήνει να μιλάς.

Κι όσο στα λόγια των ματιών σου ανασκιρτώ,
η γη, η θάλασσα κι ο ουρανός σωπαίνει,
ένα ολόγιομο φεγγάρι μόνο μένει,
για να φωτίζει το λουλούδι που κρατώ.

Να ζω με λόγια των ματιών σου, μόνο αυτό, κι ας είναι όνειρο που κάποτε μ’ αφήσει, μ’ αυτή τη φλόγα η καρδιά
μπορεί να ζήσει, και της ανάσας σου το αγέρι το καυτό.

Μπαλάντα του έρωτα (Παν. Κουμπούρα)

Πόθου μου λάγνο σκίρτημα ,
ήρθες και πάλι
το πελαγίσιο σου κορμί κυματιστό
να με βυθίζει στων αδύτων σου τα κάλλη ,
ώσπου να χάνομαι σε κόσμο μαγικό .
Γήινη σάρκα κι ένα όνειρο τρελό
χίλιες ζωές η κάθε σου στιγμή κοντά μου
δάκρυα και χάδια , Θε μου ,
μ’ έπλασες θνητό .
Μύρια φιλιά , μα δε σε χόρτασα , έρωτά μου .

Σώμα γυμνό σε κάποιο ονείρου ακρογιάλι
βρυχάται μέσα μου το ένστικτο θεριό
φτάνει ένα άγγιγμα μια πτωχική αγκάλη
για να γεννήσει η νύχτα άστρα : Σ’ αγαπώ !
Δίψασες , χώμα μου . Συ , μού’ δωσες νερό
το φύτρο κάρπισε πάνω σε κόκκους άμμου.
Τσαμπιά τα χείλη σου κρασί μεθυστικό .
Μύρια φιλιά , μα δε σε
χόρτασα , έρωτά μου.

Η σπίθα φούντωσε , φλόγα βαθιά , μεγάλη
λειώνει το σήμερα σε αίσθημα γλυκό
χάνεται ο χρόνος στου μυαλού την παραζάλη προβαίνει η αυγή και λαχταράει
το δειλινό .
Στέφεται η κόμη αιώνιας πίστης λούλουδο
για δυο καρδιές που έσμιξε παστάδα γάμου χρώμα και άρωμα άνθος αμάραντο .
Μύρια φιλιά , μα δε σε χόρτασα , έρωτά μου .

Κόσμημα , μάτια μου , φορείς γη κι ουρανό
μισό είναι το σύμπαν μου μ’ εσέ μακριά μου
ψάχνω λίγο παράδεισο , να σε χαρώ .
Μύρια φιλιά , μα δε σε χόρτασα , έρωτά μου .

Ο ποιητής (Γ. Παπασταθόπουλος)

Από την ποίηση έχω γεννηθεί
κι έχω από την ποίηση πεθάνει
και όλες τις φορές αναστηθεί!
Ποιος άλλος θα μπορούσε να το κάνει;

Από φουρτούνες έχω διασωθεί,
έχει το πιο υπήνεμο λιμάνι
ενώ στις δυσκολίες το σπαθί
της πένας μου το κάνει γιαταγάνι!

Μ’ αυτή, μες στη ζωή μου προχωρώ,
χωρίς αυτή δεν κάνε ούτε βήμα,
είτε βρεθώ σ’ ανάποδο καιρό,

είτε μέσα σ’ ατέλειωτη ευδία
θα φτάσω ακόμα μέχρι και το μνήμα,
στης ποίησης επάνω τη σχεδία!

Κουράστηκα (Γ. Τριανταφυλλόπουλος)

Κουράστηκα.
Τα μάτια μου πόνεσαν τον ήλιο να κοιτάζω.
Τα χέρια μου μάτωσαν να σκαλίζω το φως, να το μερώσω, αντίδωρο στων ηττημένων τον κήπο να τ’ απλώσω.
Κουράστηκα τούτες τις άγουρες
πέτρες με φως να μαλακώσω.
Τον χρόνο να σέβομαι ακροβατώντας στου πρέπει το έρεβος.
Κουράστηκα της αγαπημένης μου
τα διαμαντένια τα δάκρυα να μαζεύω.

Κουράστηκα.
Κουράστηκα ναι.
Μα να λυγίσω μην το λογίζεστε.
Το λυχναράκι που μου
’λαχε, μεράδι απ’ το φως,
ψηλά θα κρατώ κι οι ερχόμενοι χρόνοι
θα με βρουν γρηγορούντα.
Στης αγαπημένης
το γέλιο θα σας καρτερώ.


Κατηγορίες Άρθρου
ΤΟΠΙΚΑ

Σχετικα αρθρα


Τα σχόλια είναι κλειστά.

protionline.gr