background img
banner
banner

Η Πολιτιστική Κληρονομιά της Αιγιάλειας: 17. Η αρχαία πόλη της Αίγειρας (Ομηρική Υπερησίη), μέρος ΙΙ

-Από την Ντόρα Κατσωνοπούλου, Αρχαιολόγο*-

Οι δε Μυκήνας είχον, … οι τε Υπερησίην τε… Πελλήνην τ’ είχον …Αίγιον αμφινέμοντο Αιγιαλόν τ’ ανά πάντα και αμφ’ Ελίκην ευρείαν Ιλιάδα, 2.569-575

Συνεχίζοντας την αναφορά μου στην αρχαία πόλη της Αίγειρας από το προηγούμενο άρθρο μου (ΑΡΘΡΟ 16), θα σας μιλήσω σήμερα για την εποχή ακμής της πόλης, για το θέατρο, τους ναούς και τα ιερά της.

Το θέατρο της Αίγειρας που χρονολογείται στο α’ μισό του 3ου αιώνα π.Χ. και μάλλον στις αρχές της δεκαετίας του 280, είναι λαξευμένο κατά μεγάλο μέρος στον φυσικό βράχο με σειρές εδωλίων, ενώ στα σημεία που έλειπε το φυσικό πέτρωμα τοποθετήθηκαν σε κατάλληλα διαμορφωμένο έδαφος λίθινα εδώλια (εικόνα 1 κεντρική). Είχε δύο διαζώματα, εκ των οποίων το ανώτερο μεγαλύτερου πλάτους.

Εικόνα 2

Μπροστά στην ορχήστρα υπήρχε προσκήνιο και πίσω σκηνή σε μορφή ευρύχωρου ορθογώνιου κτίσματος. Στην α’ φάση της ιστορίας του, την ελληνιστική, το θέατρο, χωρητικότητας 3000 θεατών, με εκπληκτική θέα προς τον Κορινθιακό κόλπο (εικόνα 2), δέχθηκε κάποιες επισκευές περιορισμένης έκτασης (2ος-1ος αι. π.Χ.), ενώ κατά την β’ φάση του, την ρωμαϊκή (1ος-3ος αι. μ.Χ.), ανακατασκευάστηκε στα πρότυπα των ρωμαϊκών θεάτρων. Μετά τον 3ο αιώνα μ.Χ., φαίνεται πως δεν ξαναχρησιμοποιήθηκε για παραστάσεις.

Εικόνα 3

Στην ίδια περίοδο με το θέατρο, κατασκευάστηκαν και οι ναοί που έχουν αποκαλυφθεί στα βόρειά του, γνωστοί ως ναοί D και E. Στον ναό D βρέθηκε το 1916 το μαρμάρινο κεφάλι από άγαλμα υπερφυσικού μεγέθους, που αποδόθηκε στο λατρευτικό άγαλμα του Δία που αναφέρει ο Παυσανίας μέσα στο ιερό του θεού στην πόλη της Αίγειρας. Σύμφωνα με τον περιηγητή, το άγαλμα που παρίστανε τον Δία καθιστό, ήταν έργο του αθηναίου γλύπτη Ευκλείδη, κατασκευασμένο από πεντελικό μάρμαρο. Από τις οπές που σώζονται στο πρόσθιο μέρος του κεφαλιού, φαίνεται πως ο θεός έφερε μετάλλινο στεφάνι (εικόνα 3). Τα μάτια ήταν ένθετα από κάποιο άλλο υλικό. Η πλαστική απόδοση της μορφής ακολουθεί τα χαρακτηριστικά του ελληνιστικού κλασικίζοντος στυλ του 2ου αιώνα π.Χ., ώστε η περίοδος δημιουργίας του δεν συμφωνεί με εκείνη του γλύπτη Ευκλείδη που τοποθετείται στον ύστερο 4ο αιώνα π.Χ., σύμφωνα και με την πληροφορία του Παυσανία για τα αγάλματα που φιλοτέχνησε ο γλύπτης για τους ναούς της Βούρας μετά τον σεισμό του 373 π.Χ. (ΑΡΘΡΟ 14). Αυτός είναι ένας από τους λόγους, μαζί και με άλλους (μικρή απόσταση του ναού από το θέατρο, παρουσία διονυσιακών συμβόλων στο ψηφιδωτό του δαπέδου του, η ομοιότητά του με το Διονύσιον της Αθήνας, κλπ), για τους οποίους αμφισβητήθηκε από ορισμένους μελετητές η ταύτιση του κεφαλιού με τον Δία, υπέρ μιας ταύτισης αντίθετα με τον θεό Διόνυσο. Στο ίδιο ιερό, όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας, ήταν στημένο και ξύλινο άγαλμα της Αθηνάς, με το πρόσωπο και τα άκρα χεριών και ποδιών από ελεφαντοστό, στολισμένο και χρωματισμένο.

Εικόνα 4

Σε νομίσματα της Αίγειρας της εποχής των Σεβήρων, απεικονίζονται και τα δύο αγάλματα που ο Παυσανίας είδε στο ιερό του Δία. Ο Δίας, σε τύπο ανάλογο με εκείνον του φειδιακού Δία της Ολυμπίας, καθιστός σε θρόνο προς τα αριστερά, κρατάει Νίκη με το δεξί του χέρι και σκήπτρο με το αριστερό (εικόνα 4).

Εικόνα 5

Επίσης η θεά Αθηνά, όπως και η Αθηνά Παρθένος του Φειδία, παριστάνεται όρθια προς τα δεξιά, με δόρυ στο δεξί της χέρι και το αριστερό στηριγμένο στην ασπίδα της (εικόνα 5).

Εικόνα 6

Σε κοπές νομισμάτων του 2ου και του 1ου αιώνα π.Χ. υπό την αιγίδα της Αχαϊκής Συμπολιτείας, κυριαρχεί στον εμπροσθότυπο στεφανωμένη κεφαλή του Δία προς τα δεξιά, με πλούσια κόμη και γενειάδα (εικόνα 6).

Εκτός από τον ναό D, στον σηκό του οποίου (εικόνα 7) βρέθηκε η κολοσσική κεφαλή του Δία (ή Διονύσου) που βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, οι πολύχρονες ανασκαφές του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου έφεραν στο φως και άλλα κτίρια, βόρεια και ανατολικά του θεάτρου.

Εικόνα 7

Εικόνα 8

Ένα από αυτά, γνωστό ως ναός F, χρονολογείται στον 2ο αιώνα π.Χ. και έχει συνδεθεί με την λατρεία του Ασκληπιού, άγαλμα του οποίου αναφέρει ο Παυσανίας σε ναό μαζί με αγάλματα Ίσιδος και Σάραπι, όλα από πεντελικό μάρμαρο. Απεικονίσεις της Ίσιδος (εικόνα 8) και του Ασκληπιού απαντώνται σε νομίσματα της Αίγειρας των ρωμαϊκών χρόνων. Δύο ακόμη κτίρια (Ι και ΙΙ) ανήκουν σε δωρικούς ναούς, ο ένας εκ των οποίων (ΙΙ) έχει θεωρηθεί ότι ήταν αφιερωμένος στον Δία. Σε αυτή την περίπτωση, ενισχύεται η άποψη ότι το γνωστό κολοσσικό κεφάλι που βρέθηκε στον ναό D ανήκει μάλλον σε άγαλμα του θεού Διονύσου.

Εικόνα 9

Στα ανατολικά του θεάτρου αποκαλύφθηκε κτίριο με εξέδρα, στο άνω μέρος της οποίας διατηρούνται υποδοχές για την έκθεση αγαλμάτων. Ένα άγαλμα γυναικείας μορφής που βρέθηκε σε αυτόν τον χώρο, παρότι ακέφαλο, ερμηνεύθηκε ως άγαλμα της θεάς Τύχης καθώς θεωρήθηκε ότι συγκεκριμένη τεχνική λεπτομέρεια στο αριστερό χέρι αποτελούσε την υποδοχή για το κέρας της Αμάλθειας (αφθονίας), κύριο χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης θεάς που ήταν και ιδιαίτερα δημοφιλής στην ελληνιστική περίοδο. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι είδε κτίσμα στην Αίγειρα με άγαλμα της Τύχης που κρατούσε το κέρας της Αμάλθειας και ότι κοντά της βρισκόταν φτερωτός Έρωτας. Σε ρωμαϊκά νομίσματα της πόλης απεικονίζονται αντικριστά και τα δύο αγάλματα που αναφέρει ο αρχαίος περιηγητής. Δεξιά στέκεται όρθια η Τύχη με σκήπτρο στο δεξί χέρι και το κέρας της Αμάλθειας υψωμένο στο αριστερό. Απέναντί της και αριστερά, εικονίζεται όρθιος γυμνός φτερωτός Έρως που κρατάει με τα δυο του χέρια σκήπτρο και έχει τα πόδια του σε σταυρωτή στάση (εικόνα 9).

Στην Αίγειρα υπήρχαν δύο ακόμη ιερά αφιερωμένα στον Απόλλωνα και στην Αφροδίτη αντίστοιχα. Το κολοσσικό λατρευτικό άγαλμα του Απόλλωνα στο ιερό του ήταν ξύλινο, άρα αρχαιότατο όπως και το ιερό του, και παρίστανε τον θεό γυμνό. Επειδή κανείς από τους ντόπιους δεν γνώριζε τον γλύπτη, ο ίδιος ο περιηγητής αποδίδει το άγαλμα στον γλύπτη Λαφάη του πρώιμου 5ου αιώνα π.Χ. επειδή παρόμοιο ήταν το άγαλμα του Ηρακλή από τον ίδιο γλύπτη στο ιερό του στην γειτονική Σικυώνα. Οι Αιγειράτες τιμούσαν ιδιαίτερα την θεά Αφροδίτη με την μορφή της Ουρανίας. Στο ιερό της, δεν επιτρέπονταν να μπαίνουν οι άνθρωποι, παρά μόνον σε ορισμένες μέρες και αφού είχαν προηγηθεί καθιερωμένοι καθαρμοί και νηστεία.

Εικόνα 10

Τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο κατασκευής των έργων της Ολυμπίας Οδού, αποκαλύφθηκαν στα Μάρμαρα της Αιγείρας τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ιερού που ήταν κτισμένο σε θέση με φυσική κλίση προς την δυτική όχθη του ποταμού Κριού, κάτω από το ανατολικό άκρο του υψώματος, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται το χωριό Μάρμαρα της Αιγείρας (εικόνα 10). Από τα πλούσια κινητά ευρήματα – πήλινα αγγεία, χάλκινα αντικείμενα, πήλινα ειδώλια κυρίως γυναικείων μορφών – το ιερό χρονολογείται μεταξύ του 7ου/6ου και 3ου αιώνα π.Χ. Με βάση ενεπίγραφα αντικείμενα, έναν χάλκινο καθρέπτη και ίσως ένα κλειδί, που φέρουν τα ονόματα της θεάς του τοκετού Ειλείθυιας και της θεάς Δήμητρας αντίστοιχα, εικάζεται ότι το ιερό ήταν αφιερωμένο στις συγκεκριμένες θεές.

Εικόνα 11

Το ιερό στα Μάρμαρα θα πρέπει μάλλον να ανήκε στην επικράτεια της αρχαίας πόλης των Αιγών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν αφενός την θέση του στην δυτική όχθη του ποταμού Κριού (εικόνα 11) που ήταν πιθανότατα το σύνορο της χώρας των Αιγών με την Αίγειρα προς Α – στα Δ οι Αιγές συνόρευαν με την Βούρα – και αφετέρου το τέλος ζωής του ιερού με την εγκατάλειψή του στο α’ μισό του 3ου αιώνα π.Χ., που συμπίπτει, σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, με την εγκατάλειψη των Αιγών από τους κατοίκους της μετά τον καταστροφικό σεισμό του 373 π.Χ. και την εγκατάστασή τους στην γειτονική Αίγειρα.

• Η Ντόρα Κατσωνοπούλου είναι Καθηγήτρια Αρχαιολογίας Δρ του Πανεπιστημίου Cornell των ΗΠΑ, Πρόεδρος της ΕΦΑΕΛ, Διευθύντρια του Ερευνητικού Προγράμματος Αρχαίας Ελίκης και Πρόεδρος του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας Πάρου & Κυκλάδων

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ:


Διαβάστε περισσότερα:
· ·
Κατηγορίες Άρθρου
ΤΟΠΙΚΑ

Τα σχόλια είναι κλειστά.

protionline.gr